spot_imgspot_img

29 Μαρτίου 1896: Ο Σπύρος Λούης τερματίζει πρώτος στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας

Σαν σήμερα στις 29 Μαρτίου του 1896 ο μεγάλος Έλληνας Ολυμπιονίκης, ο Σπύρος Λούης, ο νερουλάς από το Μαρούσι έμπαινε θριαμβευτικά στο Παναθηναϊκό στάδι, τερματίζοντας πρώτος στο Μαραθώνιο Δρόμο και αποθεωνόταν από χιλιάδες κόσμου.

Ο Σπύρος Λούης γεννήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 1872 στο Μαρούσι, από φτωχή αγροτική οικογένεια. Όπως είναι γνωστό, ο πατέρας του ήταν νερουλάς και ο νεαρός Σπύρος τον βοηθούσε κουβαλώντας το νερό. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας διακρίθηκε για την αντοχή του, γεγονός που εξέπληξε τους ανωτέρους του.

Ο Λούης έτρεξε στον αγώνα του Μαραθωνίου των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας στις 29 Μαρτίου 1896, χωρίς καμία προετοιμασία και κατόρθωσε να επικρατήσει των αντιπάλων του, επευφημούμενος από 80.000 θεατές που είχαν κατακλύσει το Καλλιμάρμαρο.

Ο πρώτος προκριματικός αγώνας έγινε στις 22 Μαρτίου 1896 με νικητή το Χαρίλαο Βασιλάκο, σε χρόνο 3 ώρες και 18 λεπτά, ενώ ο Λούης συμμετείχε στους δεύτερους προκαταρκτικούς οι οποίοι πραγματοποιήθηκαν δύο εβδομάδες αργότερα και τερμάτισε στην πέμπτη θέση. Την Παρασκευή μετά την Ανάσταση εκείνου του έτους, στις 29 Μαρτίου, δηλαδή την πέμπτη μέρα των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, πραγματοποιήθηκε ο Μαραθώνιος δρόμος στον οποίο ο Λούης συμμετείχε με τους φίλους του Γιώργο Λαυρέντη, Λευτέρη Παπασυμεών και Σταμάτη Μασούρα και τους Χαλανδραίους, Βρεττό και Καφετζή. Ο Λούης στήθηκε στην αφετηρία μαζί με ακόμη 16 αθλητές, 12 Έλληνες και 4 αλλοδαπούς, για να συναγωνιστεί στον πρώτο Μαραθώνιο που διοργανώθηκε ποτέ.

Η έκβαση αυτού του αγώνα έμελλα να χαραχτεί ανεξίτηλη στην ιστορία του αθλητισμού, του έθνους αλλά και της πόλης του Αμαρουσίου. Ένα λεπτό πριν από τις πέντε το απόγευμα ο Λούης εισήλθε στο Παναθηναϊκό Στάδιο τερματίζοντας πρώτος, μπροστά στα μάτια δεκάδων χιλιάδων θεατών, μεταξύ τους ο Βασιλιάς Γεώργιος και ο πρίγκιπας Κωνσταντίνος. Ο Λούης τερμάτισε πρώτος διατρέχοντας τα 40 και όχι 42 χιλιόμετρα και 195 μέτρα, σε χρόνο 2 ωρών, 58 πρώτων λεπτών και 50 δευτερολέπτων.

Αποδεικνύοντας την ταπεινότητα και την απλότητά του όταν ο βασιλιάς Γεώργιος τον ρώτησε τι δώρο θα ήθελε για την επιτυχία του και ο Λούης ζήτησε μια σούστα και έναν όνο για να μεταφέρει νερό στα σπίτια. Ωστόσο, στη γενέτειρα του Λούη, στο Μαρούσι στήθηκε ολοήμερο γλέντι και την Κυριακή 31 Μαρτίου ο Λούης παρακάθησε σε επίσημο πρόγευμα που παρέθεσε ο βασιλιάς Γεώργιος στα Ανάκτορα, όπου παρουσιάσθηκε με στολή εύζωνα και με τη συνοδεία του υπερήλικα πατέρα του.

Η απονομή των μεταλλίων στους νικητές έγινε την Τετάρτη, 3 Απριλίου 1896, ημέρα λήξεως των Ολυμπιακών Αγώνων. Ο Σπύρος Λούης έλαβε κλαδί ελιάς και ασημένιο μετάλλιο, καθώς τότε δεν προβλεπόταν χρυσό μετάλλιο, ενώ ο δεύτερος νικητής, ο Χαρίλαος Βασιλάκος τιμήθηκε με ένα δάφνινο στεφάνι.

Σημειώνεται δε, πως ο Λούης μετά τον θρίαμβό του δεν ξανάτρεξε ποτέ κι έζησε μία ήρεμη ζωή στη γενέτηρά του, το Μαρούσι, εργαζόμενος ως αγρότης, κηπουρός, νερουλάς και αργότερα ως τοπικός αστυνομικός. Παντρεύτηκε κι έκανε οικογένεια. Η νίκη του στους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες αποτέλεσε παράδειγμα θέλησης και δύναμης ενώ η φυσιογνωμία του έμεινε στην ιστορία για την σεμνότητα και το ήθος του και το όνομα του συνδέθηκε με την ιστορία της πόλης του για πάντα. Μέχρι και σήμερα ο Σπύρος Λούης, κόντρα στα προγνωστικά και αντίπαλος με σπουδαίους αθλητές της εποχής αποτελεί σύμβολο και συνεχίζει να εμπνέει, 126 χρόνια μετά την θριαμβευτική του νίκη στους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας.

Άρθρο από το “ΑΘΜΟΝΙΟΝ ΒΗΜΑ”

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ